Είναι άγνωστο αν ήταν 3 ή 4 τα καρφιά
που βρήκε ο Ιούδας, ο οποίος βοήθησε την αγία Ελένη στην ανεύρεση του Τιμίου
Σταυρού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται πως τα καρφιά του Χριστού ήταν τρία. Τα
δύο καρφώθηκαν στα χέρια και το τρίτο στα πόδια.
Οι
τίμιοι ήλοι σήμερα
Εκτός από τα γνήσια καρφιά του Κυρίου
υπάρχουν και αυτά που καθαγιάστηκαν μόνο με την επαφή τους με αυτά. Έτσι
δικαιολογείται η πληθώρα των καρφιών που υπάρχουν (στην Ρωμαιοκαθολική
Εκκλησία) και αποδίδονται, κατά την
παράδοση, ως γνήσια καρφιά του Χριστού.
Σήμερα υπάρχουν τμήματα των Τιμίων Ήλων (καρφιών):
o στον
Πατριαρχικό Ναό του αγίου Γεωργίου,
o στο
Φανάρι της Κωνσταντινούπολης,
o στην
Ιερά Μονή των Αγίων Αρχαγγέλων στη Θάσο και
o στους
Ναούς των πόλεων Καρπαντρά της Γαλλίας και Μόντσα της Ιταλίας.
Στην ιδιόχειρη διαθήκη της αγίας Ελένης, η οποία διαθήκη αναιρεί όλες τις παραδόσεις, διαβάζουμε ότι με επιθυμία της αγίας Ελένης δόθηκαν στο σκευοφυλάκιο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων –όπου υπάρχει και η διαθήκη της - τα στέμματα των Μεγάλου Κωνσταντίνου και αγίας Ελένης, τα οποία έχουν τμήματα των ήλων.
Επίσης τμήμα από τους Τιμίους Ήλους
υπάρχει στα Κωνσταντινάτα φλουριά, που αναμίχτηκε με τα ρινίσματα του Τιμίου
Ξύλου, που έκοψε η αγία Ελένη.
Τέλος μια παράδοση αναφέρει ότι ο Μέγας
Κωνσταντίνος κατασκεύασε μία πλατεία όπου στο κέντρο της υπήρχε ένας κίονας 50
μέτρων περίπου πάνω στον οποίο τοποθέτησε τον ανδριάντα του, που έφερε στέμμα
με τα καρφιά του Χριστού. Όταν καταστράφηκε ο κίονας, το στέμμα με τα καρφιά
μεταφέρθηκε στο Ναό της Παναγίας του Φάρου στο μέγα παλάτιον.
Η
κατασκευή των Τιμίων Ήλων
Για την κατασκευή των καρφιών η
λαογραφία μας αναφέρει ότι οι Ρωμαίοι στρατιώτες πήγαν σε κάποιον Εβραίο σιδερά
να κατασκευάσει 4 καρφιά. Ο σιδεράς, γνωρίζοντας τη δράση του Χριστού, ήταν
πεπεισμένος πως άδικα Τον κατηγόρησαν και άδικα Τον καταδίκασαν να σταυρωθεί,
γι’ αυτό και αρνήθηκε να τα κατασκευάσει. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες τότε οργισμένοι
τον πέταξαν πάνω στην πυρά της καμίνου και τον σκότωσαν.
Πήγαν σε άλλον σιδερά και παρήγγειλαν 4
καρφιά χωρίς να πούν –αυτή τη φορά - για ποιόν προορίζονταν. Την ώρα όμως που
τα κατασκεύαζε, άκουσε την φωνή του αδικοσκοτωμένου σιδερά να του λέει να μη τα
φτιάξει, διότι προορίζονταν για έναν αθώο. Αυτή τη φωνή την άκουσαν και οι Ρωμαίοι
στρατιώτες και στην άρνηση του δευτέρου σιδερά να τα φτιάξει τον σκότωσαν.
Φεύγοντας βλέπουν έναν πλανόδιο σιδερά
γύφτο, τον οποίον και διέταξαν να τα φτιάξει. Όταν τα έφτιαχνε ακούστηκε η φωνή
των δύο πρώτων σιδεράδων, να του λένε να μη φτιάξει αυτά τα καρφιά, διότι
προορίζονταν για έναν αθώο. Φόβος κατέλαβε τον σιδερά, αλλά και οι στρατιώτες
που άκουσαν πάλι την φωνή αυτή φοβούμενοι μη το μετανοιώσει κι ο τρίτος σιδεράς
παίρνουν τα τρία καρφιά, που πρόλαβε να φτιάξει, και έφυγαν για να σταυρώσουν
τον Χριστό.
Ωστόσο ο σιδεράς εξακολούθησε και έφτιαξε
και το τέταρτο καρφί. Όταν το τελείωσε το έριξε μέσα στο νερό, για να σβήσει.
Το καρφί όμως δεν έσβηνε. Ενώ τσίριζε μέσα στο νερό παρέμενε πυρακτωμένο.
Άρχισε να νυχτώνει κι ακόμη προσπαθούσε να το σβήσει. Στη συνέχεια το έρριξε
κάτω στην άμμο, αλλά και πάλι δεν έσβησε. Αυτό το καρφί λέει η λαογραφία ότι
άρχισε να κυνηγάει τον γύφτο και τους απογόνους του. Έτσι δικαιολογούν, γιατί
οι γύφτοι είναι πλανόδιοι και δεν έχουν μόνιμο τόπο κατοικίας. Αυτό βέβαια
είναι ένας λαϊκός θρύλος και όχι η πραγματικότητα.