Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρωνας, γνωστός και
απλά ως Κικέρων, θεωρείται δικαίως ένας από τους μεγαλύτερους διανοητές,
ρήτορες και συγγραφείς στη λατινική γλώσσα. Μία από τις φοβερότερες εμπειρίες
της ζωής του (έζησε μεταξύ 106 π.Χ. και 43 π.Χ., δηλαδή στο τέλος της Ρωμαϊκής
Δημοκρατίας) ήταν η παρουσία του σε εκτέλεση καταδίκου με τη μέθοδο της
σταύρωσης. «Είναι το πλέον φρικτό βασανιστήριο που έχω παρακολουθήσει», είπε.
Γενικά οι Ρωμαίοι ευγενείς απέφευγαν
ακόμα και να αναφέρουν τις λέξεις σταύρωση ή σταυρός. Τις θεωρούσαν
αποτρόπαιες, όπως αποτρόπαιο και ασύλληπτης αγριότητας ήταν το μαρτύριο που
δήλωναν. Οι ιστορικοί πιστεύουν ότι η σταύρωση ως θανατική ποινή άρχισε να
εφαρμόζεται από τον 6ο π.Χ. αιώνα στην αυτοκρατορία του Δαρείου. Θεωρούν ότι
την εφηύραν οι Πέρσες. Καταργήθηκε το 337 μ.Χ. σε ολόκληρη την επικράτεια της
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο, από σεβασμό στο σταυρικό
μαρτύριο του Ιησού Χριστού.
Ο τρόπος της σταυρικής εκτέλεσης ήταν ο
απεχθέστερος όλων. Με αυτόν τον τρόπο εξευτελιζόταν η ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Στα κείμενα της Π. Διαθήκης βλέπουμε τον Θεό να προτρέπει τον περιούσιο λαό Του
σε αυτό το είδος της εκτέλεσης, σε όσους τους εχθρεύονταν και επεδίωκαν την
υποταγή τους. Ο Μωϋσής αναφέρεται σε αυτό το φρικτό τρόπο θανάτωσης λέγοντας.
«εάν δε γένηται εν τινι αμαρτία κρίμα θανάτου και αποθάνη και κρεμάσητε αυτόν
επί ξύλου, ου κοιμηθήσεται το σώμα αυτού επί του ξύλου, αλλά ταφή θάψετε αυτό
εν τη ημέρα εκείνη, ότι κεκατηραμένος υπό Θεού πας κρεμάμενος επί ξύλου»
(Δευτερ. κα΄, 22-23). Είχε δηλαδή ο κατάδικος εκτός από την οργή του λαού και
την κατάρα του Θεού. Παρόλα αυτά όμως τον ενταφίαζαν.
Σαν θανατική ποινή γενικά η σταύρωση
επιβαλλόταν:
α) Από τα ιεροδικαστήρια στους
ιερόσυλους, σε αυτούς δηλαδή που πρόσβαλλαν κάποια θεότητα. Η ποινή στην
περίπτωση αυτή είχε εξιλαστήριο χαρακτήρα.
β) Σ’ αυτούς που πρόσβαλλαν με ανόσια
συνουσία την τιμή των Εστιάδων, των αφιερωμένων δηλαδή στη θεά Εστία παρθένων.
Αυτοί καταδικάζονταν σε θάνατο ή με μαστίγωση βρισκόμενοι κάτω από τη furca, ή
με σταύρωση, οι δε παρθένες θάβονταν ζωντανές.
γ) Στους δούλους. Πριν από την εποχή
των αυτοκρατόρων, η ρωμαϊκή νομοθεσία επέβαλλε την ποινή της σταύρωσης μόνο
στους δούλους. Η σκληρότητα πάνω τους ήταν παροιμιώδης. Σαν επίταση της
μαστίγωσης προστέθηκε η στίξη γραμμάτων με πυρακτωμένο σίδερο στο μέτωπο των
δούλων (literati).
δ) Σε αυτούς που συνέτασσαν,
υπεξαιρούσαν, αντικαθιστούσαν ή παραβίαζαν διαθήκες και σε όσους
χρησιμοποιούσαν πλαστές σφραγίδες.
ε) Στις γυναίκες που ατιμάζονταν κι
εκπαρθενεύονταν
στ) Στους κίναιδους άνδρες.
ζ) Στους υπαίτιους για το θάνατο
γυναίκας από έκτρωση ή από πόση φίλτρου και γενικά στους μάγους και συνεργούς
μαγείας.
η) Σ’ αυτούς που παραβίαζαν τα ιερά και
τα όσια κάποιου ή αποκάλυπταν απόρρητα για δυσφήμιση, βλάβη ή εκβιασμό.
θ) Στους ένοχους έσχατης προδοσίας για
εγκλήματα που στρέφονταν κατά της αυτοκρατορικής ιδιότητας και εξουσίας.
ι) Στους πιο διάσημους ληστές. Οι
άσημοι θανατώνονταν με αποκεφαλισμό από πέλεκυ.
κ) Στους στρατιώτες, σε περίπτωση
βαριάς αμέλειας στην εκτέλεση των καθηκόντων τους.
ι) Στους εχθρούς που έπεφταν στα χέρια
τους αιχμάλωτοι.
ια) Στους Ρωμαίους πολίτες που ήταν
ένοχοι βαρύτατων εγκλημάτων, κυρίως από την εποχή των αυτοκρατόρων και μετά.
Πρέπει να σημειωθεί ότι γενικά απαγορευόταν αυστηρά η δέσμευση, μαστίγωση και
θανάτωση, και μάλιστα η σταύρωση, Ρωμαίου πολίτη.
Πρίν από τη σταύρωση του καταδίκου,
προηγούνταν διάφορα κολαστήρια. Εκτός από το λυντσάρισμα του λαού, πολλές φορές
χωρίς να απολογηθούν, τους φυλάκιζαν, τους μαστίγωναν, τους χτυπούσαν, τους αλυσόδεναν,
τους άφηναν νηστικούς και διψασμένους, τους έδιναν ξύδι αντί για νερό, έβαζαν
τα πόδια τους σε δοκούς, ήταν αναγκασμένοι να κουβαλήσουν οι ίδιοι τον σταυρό ή
την δοκό, τους γύμνωναν τελείως και τους κάρφωναν ή τους έδεναν με τεταμένα τα
χέρια και τα πόδια πάνω σε αυτόν.
Πολλές φορές, με το κάρφωμα, θραύονταν
τα οστά των χεριών και των ποδιών, επιδεινώνοντας τον πόνο. Το χειρότερο ήταν
πώς αν δεν πέθαιναν πάνω στον σταυρό, τότε τους έσπαζαν τα κόκκαλα για να
επιφέρουν γρηγορώτερα τον θάνατο, όπως συνέβη με τους συσταυρωτάς του Κυρίου.
Εάν ήθελαν να βασανίσουν ακόμη
περισσότερο τον κατάδικο, προσθέτανε και ένα υποπόδιο, ώστε με το πάτημα των
πελμάτων να γίνεται ο πόνος ακόμη πιο αφόρητος.
Το αν τους έδιναν να πιούν κάποια
ναρκτική ουσία, για να μην αισθάνονται τον πόνο οι κατάδικοι, είναι αμφίβολο,
διότι αντίθετα ήθελαν να τους κάνουν να πονέσουν πολύ περισσότερο, νομίζοντας
πως έτσι τους εξιλέωναν για τα παραπτώματά τους.
Μερικοί από τους καταδίκους πάντως δεν
ήθελαν να πιούν την ναρκωτική αυτή ουσία, όπως για παράδειγμα οι συσταυρωτές
του Κυρίου, και αυτό αποδεικνύεται από την διαύγεια που είχαν, ώστε να
συνομιλούν μεταξύ τους. Αυτό το μείγμα αποτελούνταν από οίνο, χολή και σμύρνα
όπως αναφέρουν οι Ευαγγελιστές στα κείμενα των Ιερών Ευαγγελίων. «έδωκαν αυτώ
πιείν όξος μετά χολής μεμιγμένον» (Ματθ. Κζ΄, 34) «και εδίδουν αυτώ πιείν
εσμυρνισμένον οίνον» (Μαρκ. Ιε΄, 23»).
Ο σταυρωμένος κατάδικος είχε τόσο
ισχυρούς πόνους, ώστε όλο του το σώμα είχε συσπάσεις και πλήρη διαταραχή του
αναπνευστικού και του κυκλοφορικού συστήματος.
Εκτός από τα παθολογικά προβλήματα του
σώματος, εξαιτίας της σταύρωσης, είχαν να αντιμετωπίσουν και τα έντομα που
έλκονταν από το αίμα των πληγών και επιδείνωναν την κατάσταση. Το χειρότερο,
όμως, ήταν το μένος και η οργή των ανθρώπων, οι οποίοι συνέχιζαν να τους
λιθοβολούν, να τους φτύνουν και να τους υβρίζουν, αγνοώντας και αδιαφορώντας
για τις κραυγές αγωνίας των καταδίκων.
Σε αυτό το μαρτύριο έδωσε τέλος ο Μέγας
Κωνσταντίνος, ο πρώτος Χριστιανός αυτοκράτορας, με διάταγμά του, από σεβασμό
προς το εκούσιο πάθος του Κυρίου για την δική μας σωτηρία.