Στο διαδίκτυο, ο προσεκτικός
αναγνώστης, μπορεί να εντοπίσει διάφορα κείμενα, τα οποία ασχολούνται με το
γεγονός της σταυρώσεως, προσπαθώντας να αποδείξουν ότι ο Χριστός δεν πέθανε
επάνω στο σταυρό, αλλά ότι ναρκώθηκε και μετά από λίγες ώρες ανένηψε με τη
βοήθεια των φίλων και μαθητών του.
Ας δούμε τρία από τα επιχειρήματα που
συνήθως προβάλλονται ως αποδεικτικά του ότι ο Χριστός δεν πέθανε στο σταυρό
λίγο πιο προσεκτικά για να εντοπίσουμε τις αδυναμίες τους:
Α. Ο Χριστός ναρκώθηκε με σφουγγάρι που
περιείχε ναρκωτικές ουσίες δίνοντας έτσι την εικόνα του νεκρού, ενώ στην
πραγματικότητα δεν ήταν. Ως ενισχυτικό της άποψης αυτής προσάγεται το χωρίο
Ιωάννη 19:29-30, σύμφωνα με το οποίο διψώντας ο Χριστός πάνω στο σταυρό
κάποιος, που ήταν συνεννοημένος από πριν, του προσέφερε να πιεί όξος με ένα
σφουγγάρι που στερέωσε πρόχειρα σε ένα καλάμι. Μόλις έγινε αυτό είπε
«τετέλεσται» και αμέσως πέθανε. Οι υποστηρικτές αυτής της ερμηνείας θεωρούν ότι
εκείνη τη στιγμή, ενώ βρισκόταν πάνω στο σταυρό, ναρκώθηκε ο Χριστός δίνοντας
την εικόνα του πεθαμένου, αν και δεν ήταν.
Για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση
τους πρέπει να διευκρινίσουμε ότι πριν ξεκινήσει η διαδικασία της σταυρικής
έκτέλεσης όντως έδιναν στον κατάδικο ναρκωτικές ουσίες για να καταστείλουν τις
αντιδράσεις του και να εξελιχθεί πιο εύκολα η σταύρωση. Εξάλλου, ο σταυρωμένος,
μετά από κάποιες ώρες συνερχόταν και ζούσε το βασανιστικό και πολύωρο μαρτύριο
του σταυρού.
Στο Χριστό προσέφεραν τέτοιο μείγμα;
Βεβαίως, αλλά σύμφωνα με τη μαρτυρία των ευαγγελιστών Ματθαίου και Μάρκου δεν
δέχθηκε να το πιει:
α) «ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν οἶνον μετὰ χολῆς
μεμιγμένον· καὶ γευσάμενος οὐκ ἠθέλησεν πιεῖν» Ματθαίου 27:34.
β) «καὶ ἐδίδουν αὐτῷ ἐσμυρνισμένον
οἶνον· ὃς δὲ οὐκ ἔλαβεν» Μάρκου 15:23
Οι δύο αυτοί ευαγγελιστές αναφέρουν και
το περιστατικό της προσφοράς όξους στο Χριστό λίγο πριν πεθάνει. Έχουμε,
λοιπόν, τις εξής αναφορές:
α) όταν κάποιος από αυτούς που
παρακολουθούσαν την εκτέλεση άκουσε το Χριστό να φωνάζει τον Πατέρα Του με
απόγνωση, έτρεξε και παίρνοντας κάποιο από τα σφουγγάρια που, ίσως είχαν οι
στρατιώτες για τη νάρκωση του καταδίκου, το βούτηξε στο ξύδι και του το
προσέφερε: «λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτόν»
Ματθαίου 27:48. Δεν μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής αν ανταποκρίθηκε ο Ιησούς σε
αυτή την πράξη, η οποία μάλλον είχε ως κίνητρο τον επιπλέον βασανισμό και τον
εμπαιγμό του Χριστού, καθώς συνοδεύεται από την ειρωνεία «ἄφες ἴδωμεν εἴ
ἔρχεται Ἠλίας σώσων αὐτῷ».
β) με το ίδιο ακριβώς τρόπο περιγράφει
και ο ευαγγελιστής Μάρκος το περιστατικό: «δραμὼν δε τις γεμίσας σπόγγον ὄξους
περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτὸν λέγων· ἄφετε ἴδωμεν εἰ ἔρχεται Ἠλίας καθελεῖν
αὐτόν». Η μοναδική διαφορά είναι ότι σε αυτή την περιγραφή αυτός που προσφέρει
το όξος είναι το ίδιο πρόσωπο που ειρωνεύεται το Χριστό.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς δεν αναφέρει την
άρνηση του Χριστού να πιεί την αρχικά προσφερόμενη ναρκωτική ουσία, αλλά μόνο
τον εμπαιγμό εκ μέρους των στρατιωτών με την προσφορά όξους: «ἐνέπαιξαν αὐτῷ
καὶ οἱ στρατιῶται προσερχόμενοι, ὄξος προσφέροντες αὐτῷ» (Λκ 23:36)
Ούτε ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει
την άρνηση του Χριστού να πιεί προ της σταυρώσεως την ναρκωτική ουσία.
Παραθέτει μόνο την προσφορά του όξους και σημειώνει ότι αυτό έγινε μόνο μετά το
«διψῶ» που φώναξε ο Χριστός: «σκεῦος ἔκειτο ὄξους μεστόν· σπόγγον οὗν μεστὸν
τοῦ ὄξους ὑσσώπῳ περιθέντες προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι. ὅτε οὗν ἔλαβε τὸ ὄξος
εἶπεν….» (Ιω. 19:29-30).
Από τις παραπάνω παρατηρήσεις μπορούμε
να οδηγηθούμε στα εξής συμπεράσματα:
1. Σαφώς διαχωρίζεται η ναρκωτική ουσία
που δινόταν στους καταδίκους, από το όξος που προσεφέρθη στον Ιησού κατά τη
διάρκεια του εμπαιγμού Του.
2. Περιγράφεται, κατά το δυνατό, η
ναρκωτική ουσία ως «οἶνος μετὰ χολῆς μεμιγμένος» ή ως «ἐσμυρνισμένος οἶνος».
3. Το όξος, που Του προσφέρεται λίγο
πριν από το τέλος, χαρακτηρίζεται μόνο έτσι, χωρίς κανέναν άλλο προσδιορισμό.
4. Ο Χριστός αρνήθηκε να πιεί τον
«ἐσμυρνισμένον οἶνον». Αυτό διαπιστώνεται εύκολα και από τη δυνατότητα που είχε
να ομιλεί πάνω στο σταυρό και, μάλιστα, να απευθύνεται στους παρακειμένους και
να τους δίνει οδηγίες (Παναγία και άγ. Ιωάννη), αλλά και από όλους τους λόγους
που απηύθυνε επάνω από το σταυρό.
5. Το ίδιο το χωρίο 19:30 του ευαγγ.
Ιωάννη, το οποίο προσάγεται ως επιχείρημα υπέρ της απόψεως ότι ο Χριστός
ναρκώθηκε επάνω στο σταυρό, δηλώνει ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί,
καθώς ο Χριστός λέγει το «τετέλεσται», έχοντας συνείδηση του τι συνέβαινε, ενώ
ο ναρκωμένος δεν γνωρίζει πότε ακριβώς θα χάσει τις αισθήσεις του, και στη
συνέχεια γέρνει το κεφάλι παραδίδοντας το πνεύμα.
6. Οι δύο ευαγγελιστές αναφέρουν την
αρχική άρνηση και οι τέσσερεις τον σπόγγο με το όξος. Σε περίπτωση που
επρόκειτο για προσπάθεια νάρκωσης του Χριστού, βρίσκω ότι θα ήταν πιο λογικό να
παραλειφθεί το περιστατικό με το όξος και όχι να προβάλλεται και από τους
τέσσερεις ευαγγελιστές.
Β. Αν και η σταύρωση ήταν ένας τρόπος
εκτέλεσης που ολοκληρωνόταν μετά πολλές ώρες ή μετά από μέρες με το θάνατο του
καταδίκου από ασφυξία, ο Χριστός πέθανε πολύ σύντομα.
Πράγματι ο Χριστός πέθανε μετά από
τρεις περίπου ώρες στο σταυρό. Η παραμονή Του επάνω στο σταυρό προτού παραδώσει
το πνεύμα, ήταν από ώρας 6ης έως ώρας 9ης, δηλαδή από τις 12 το μεσημέρι μέχρι
τις 3 το απόγευμα (Μτθ. 27:45, Μρκ. 15:33, Λκ. 23:44).
Εύλογο είναι να αναρωτηθούμε γιατί ο
Χριστός πέθανε τόσο γρήγορα επάνω στο σταυρό.
Πρώτα από όλα ο Χριστός δεν ήταν
κάποιος σκληροτράχηλος στρατιώτης ή ληστής ή δούλος. Η αντοχή Του ήταν
περιορισμένη. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το τελευταίο εικοσιτετράωρο ήταν
ιδιαίτερα δύσκολο γι’ Αυτόν. Αμέσως μετά το Μυστικό Δείπνο, έχουμε την μετάβαση
στο όρος των Ελαιών την προσευχή και τη σύλληψη. Οι συνθήκες της συλλήψεως ήταν
σκληρές, καθώς ο κατάδικος προπηλακιζόνταν με σκαιότητα. Πέρασε όλο το βράδυ
άυπνος, συρόμενος από κριτήριο σε κριτήριο. Οι μετακινήσεις του εκείνο το
βράδυ, μέσα στην Αγία Πόλη, ήταν 5-6 χιλιόμετρα, τα οποία διήνυσε συρόμενος και
δερόμενος.
Η μαστίγωση είχε απίστευτη σκληρότητα.
Διαβάσαμε σε κάποιο κείμενο στο διαδίκτυο, ότι η μαστίγωση ήταν μία τυπική διαδικασία
για τους Ιουδαίους και εκτελούνταν από ιερέα με 39 κτυπήματα. Πράγματι υπάρχει
και αυτή η μαστίγωση που εφαρμόστηκε στον απ. Παύλο και διασώζεται στην
καθομιλουμένη μας γλώσσα με τη φράση «έλαβε τεσσαράκοντα παρά μία». Είναι
ξεκάθαρο ότι η μαστίγωση που προηγήθηκε της σταυρώσεως δεν ανήκε σε αυτή την
κατηγορία. Τη διατάζει ο Πιλάτος και την εκτελούν οι στρατιώτες του ρωμαϊκού
στρατού. Ας δούμε τις σχετικές αναφορές:
α) «τότε οἱ στρατιῶται τοῦ ἡγεμόνος
παραλαβόντες τὸς Ἰησοῦν εἰς τὸ πραιτώριον συνήγαγον ἐπ’ αὐτὸν ὅλην τὴν σπείραν»
(Μτθ. 27:27).
β) «ὁ δὲ Πιλᾶτος . . . παρέδωκεν τὸν
Ἰησοῦν φραγγελώσας ἵνα σταυρωθῇ. Οἱ δὲ στρατιῶται ἀπήγαγον αὐτὸν ἔσω τῆς αὐλῆς,
ὅ ἐστιν πραιτώριον, καὶ συγκαλοῦσιν ὅλην τὴν σπεῖραν» (Μρκ. 15:15-16).
γ) «ἐξουθενήσας δὲ αὐτὸν ὁ Ἡρώδης σὺν
τοῖς στρατεύμασιν αὐτοῦ καὶ ἐμπαίξας περιβαλὼν ἐσθῆτα λαμπρὰν ἀνέπεμψεν αὐτὸν
τῷ Πιλάτῳ» (Λκ. 23:11).
δ) «τότε οὗν ἔλαβεν ὁ Πιλᾶτος τὸν
Ἰησοῦν καὶ ἐμαστίγωσεν» (Ιω. 19:1).
Με τη βοήθεια των παραπάνω αναφορών
μπορούμε να προχωρήσουμε στις εξής διαπιστώσεις:
1. Η μαστίγωση δεν έγινε από τους
Ιουδαίους ιερείς.
2. Στις τρεις περιπτώσεις την αναθέτει
ο Πιλάτος στους στρατιώτες του και στη μία την αναλαμβάνουν οι στρατιώτες του
Ηρώδη Αντίπα, ο οποίος ήταν υποτελής βασιλιάς της Ρώμης.
3. Δεν έγινε με τάξη, αλλά ο Χριστός
παραδόθηκε σαν παιχνίδι στα χέρια των στρατιωτών, οι οποίοι έπεσαν όλοι επάνω
Του. «Συνήγαγον ἐπ’ αὐτὸν ὅλην τὴν σπείραν» όπως παρατηρούν οι ευαγγελιστές.
Αυτό σημαίνει ότι τον παρέλαβε ένας λόχος στρατιωτών και μόνο όταν όλοι αυτοί
κουράστηκαν από τη«διασκέδαση» τον επέστρεψαν στον Πιλάτο.
4. Δεν επρόκειτο για απλή μαστίγωση,
αλλά «συμπληρώθηκε» από ειρωνείες, κτυπήματα με καλάμι, χρήση του ακάνθινου
στεφανιού.
5. Το όργανο της μαστίγωσης ήταν το
«φραγγέλιο». Ας μην πηγαίνει ο νους μας σε ένα ραβδί ή σε ένα σχοινί με το
οποίο χτυπούσαν τον κρατούμενο. Πρόκειται για ένα όργανο από πολλά πλεγμένα
κομμάτια δέρματος, στην άκρη των οποίων ήταν προσαρμοσμένα μεταλλικά
αντικείμενα (σφαιρίδια, κομμάτια μετάλλου, λεπίδες) ή οστάρια. Κατά τη χρήση το
«φραγγέλιο» ξέσκιζε τον μαστιγούμενο, μέχρι του σημείου που φαίνονταν τα οστά
του.
Αυτές οι διαπιστώσεις μας οδηγούν στα
εξής συμπεράσματα σχετικά με το αν ήταν δυνατό ο Χριστός να πεθάνει τόσο
σύντομα επάνω στο σταυρό:
1) Η μαστίγωση και το ακάνθινο στεφάνι
πρέπει να Του είχαν προκαλέσει φοβερή απώλεια αίματος.
2) Τελικά, δεν μπόρεσε να σηκώσει το
σταυρό και αναγκάστηκαν, ακόμη και οι εκτελεστές της σταύρωσης, να το
παραδεχθούν και να αναθέσουν αυτό το καθήκον στον Σίμωνα από την Κυρήνη παρά την
πρακτική να μεταφέρει ο κατάδικος το σταυρό στον τόπο της εκτέλεσης.
3) Δεν μαρτυρείται μαστίγωση για τους
άλλους σταυρωμένους, οι οποίοι θα είχαν περάσει το προηγούμενο βράδυ στη φυλακή
περιμένοντας το τέλος.
Είναι προφανές, καθώς ο θάνατος στο
σταυρό προκαλούνταν από ασφυξία, ότι ο Χριστός, όταν προσηλώθηκε στο σταυρό δεν
θα είχε πλέον τη δύναμη να αγωνιστεί να στηριχθεί στα πόδια Του. Αντιθέτως, θα
μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμη και αυτές οι τρεις ώρες, μάλλον πρέπει να
θεωρηθούν πολλές.
Γ. Δεν Του έσπασαν τα πόδια για να μπορέσουν
να τον επαναφέρουν αργότερα χωρίς να έχει κάποιο πρόβλημα.
Μετά το θάνατο του Χριστού στο σταυρό,
καθώς οι ώρες περνούσαν και πλησίαζε το Σάββατο, το οποίο θα εμολύνετο από τα
νεκρά σώματα σε κοινή θέα, οι ευσεβείς Ιουδαίοι ζήτησαν να κατεβούν τα σώματα
από τους σταυρούς. Για το λόγο αυτό οι στρατιώτες ανέλαβαν να ελέγξουν την
κατάσταση των τριών σταυρωθέντων. Στους μεν δύο που εμφανῶς ζοῦσαν έσπασαν τα
πόδια για να επιταχύνουν το θάνατο, ενώ στην περίπτωση του Χριστού, ο οποίος
φαινόταν ήδη νεκρός, χρειάζονταν να βεβαιωθούν. Το καθήκον αυτό ανέλαβε ένας
από τους στρατιώτες, ο οποίος καταφέροντας ένα ισχυρό πλήγμα στο πλευρό του
Χριστού δεν είδε κάποια αντίδραση από τον ίδιο, αλλά μόνο υγρό, το οποίο είχε
συγκεντρωθεί στους πνεύμονες και στη θωρακική κοιλότητα και μετά το χτύπημα της
λόγχης χύθηκε στο έδαφος.
Αν το πλήγμα του στρατιώτη δεν ήταν
ισχυρό, αλλά απλό τσίμπημα, όπως υποστηρίζουν κάποιοι, δε θα είχε προκαλέσει
την εκροή του υγρού και ο αυτόπτης μάρτυρας Ιωάννης δεν θα μπορούσε να
παραθέσει τη μαρτυρία του (19:34-35).
Επιπλέον, δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι
ο θάνατος του Χριστού αναφέρθηκε στον Πιλάτο, στα πλαίσια επίσημης ενημέρωσης,
από έμπειρους στρατιώτες, οι οποίοι δεν θα μπορούσαν να βεβαιώσουν ψευδώς, ένα θάνατο
ο οποίος δεν είχε συμβεί. Στο απόσπασμα δεν μετείχε μόνο ο στρατιώτης που
λόγχισε το Χριστό, ο οποίος κατά τη θεωρία κάποιων συμμετείχε στη συνομωσία,
αλλά και άλλοι στρατιώτες, πιθανότατα με αξιωματικό επικεφαλής, οι οποίοι
έπρεπε όλοι να είναι ενήμεροι για να μπορούν να συγκαλύψουν την περίπτωση του
να είναι ο ένας από τους σταυρωμένους απλώς αναίσθητος και όχι νεκρός.
Αντιλαμβανόμαστε ότι όλα αυτά δεν ήταν
δυνατό να συμβούν. Για λίγους θανάτους από την αρχαιότητα μπορούμε να είμαστε
τόσο βέβαιοι όσο για το θάνατο του Ιησού. Εξάλλου για ποιο λόγο κάποιοι θα
μπορούσαν να σχεδιάσουν αυτή την απάτη; Μήπως αυτά που έζησαν οι χριστιανοί
μετά την Ανάσταση ήταν ζηλευτά και ευχάριστα; Το αντίθετο! Διωγμοί, φυλακίσεις,
μαρτύριο, θάνατος.Θα ήταν δυνατό όλα αυτά να στηριχθούν επάνω σε μία απάτη;
Υπάρχουν πολλά ακόμη που θα μπορούσαμε
να πούμε σχετικά για τη σταύρωση, όπως για μαρτυρίες μη χριστιανών συγγραφέων,
οι οποίοι αναφέρουν το σκοτάδι που ξαφνικά απλώθηκε στη γη. Πέρα από αυτά,
όμως, είναι ξεκάθαρο ότι η μαρτυρία των ευαγγελίων δείχνει ότι ο Χριστός
ετελειώθη επάνω στο σταυρό χωρίς καμία αμφιβολία. Εξάλλου αυτό που ενδιαφέρει
κυρίως, σε μία τέτοιου είδους ανάρτηση, είναι να δώσουμε κάποια εναύσματα για
να δούμε το Πάθος μέσα από μία οπτική η οποία σεβόμενη την παράδοση της
Εκκλησίας μάς βοηθά να κατανοήσουμε τη σκληρότητα της σταύρωσης και τη σημασία
της θυσίας του Χριστού για τη σωτηρία μας.