Αναφορικά με το τιμητικό πρόσωπο της Θεοτόκου,
αποτελεί τούτο αυθεντικό πρότυπο μίμησης για κάθε πιστό μέλος της Εκκλησίας,
αφού όλη η ζωή της φανερώνει το νέο εν Χριστώ ήθος. Η διαδασκαλία της Ορθόδοξης
Εκκλησίας για τη Θεοτόκο είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Χριστολογία και τη
Σωτηριολογία, αφού μόνο μέσα από το μυστήριο του Θεανθρώπου καταξιώνεται ως
ανθρώπινο πρόσωπο, ως νέα και ευπειθής Εύα. Η ίδια μάλιστα μοιάζει να ομολογεί
μέσα από το κείμενο του Συμεών του Μεταφραστή: «Ήρθα στο φως αυτής της ζωής κι
έμεινα πολύ λίγο κοντά στος γονείς μου…τους αποχαιρέτησα και στράφηκα
ολοκληρωτικά σε Σένα και αφιερώθηκα στο Ναό, για να γίνω για Σένα καθαρότατος
Ναός». Η Παρθένος Μαρία προσωποποιεί αυτήν την αγιότητα και εικονίζει της
Εκκλησία. Ο Χριστός ενώνεται με την ανθρωπότητα μέσω της Παναγίας κι αυτή ζεί
μέσα στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Ζεί από τον ίδιο το Χριστό. Μέσα
απ’αυτή τη λειτουργική και ευχαριστηριακή σχέση βιώνει το μέλος της Εκκλησίας
το μυστήριο της θείας οικονομίας και μαζί με τη Θεοτόκο αναφωνεί μπροστά στο
ζωοποιό Σταυρό του Κυρίου: «Μνησθητί καί ἡμῶν, Σωτήρ, ἐν τῇ βασιλεία σου».
Στη Σταύρωση,
η Θεοτόκος δέχθηκε ζεί το προσωπικό της μαρτύριο και βιώνει την οδύνη από το
Πάθος του Υιού και Θεού της. Βιώνει το Πάθος του Κυρίου ως μητέρα, που
παρακολουθεί τον άδικο και σκληρό θάνατο του παιδιού της, αλλά και ως πιστή
δούλη του Θεού, που βλέπει το Σωτήρα του κόσμου να πάσχει στο Σταυρό. Την ώρα
των Παθών κατέλαβε την Παρθένο θλίψη υπερβολική και απερίγραπτη, τέτοια που
παραπλήσια ποτέ δεν ένοιωσε άνθρωπος. Γιατί αυτή είδε τη Σταύρωση σαν μητέρα,
αλλά και σαν άνθρωπος με σωστή κρίση, σαν κάποιος που μπορεί να διακρίνει
καθαρά την αδικία. Γιατί έπρεπε να λάβει μέρος σε κάθε τι που έκανε ο Υιός της
για τη σωτηρία μας. Όπως του μετέδωσε το αίμα και τη σάρκα της κι έλαβε
αμοιβαία μέρος στις δικές του χάριτες, κατά τον ίδιο τρόπο έλαβε μέρος σε όλους
τους πόνους και την οδύνη του. Κι αυτός βέβαια καρφωμένος στο Σταυρό δέχθηκε
στην πλευρά την λόγχη, ενώ διαπέρασε την καρδιά της Παρθένου ρομφαία, όπως
ανήγγελε ο αγιώτατος Συμεών. Στη Βυζαντινή εκκλησιαστική παράδοση, ο θρήνος της
Μητέρας έχει πάντοτε ένα δοξολογικό χαρακτήρα, γιατί μέσα απ’αυτόν προβάλλει η
προοπτική της Ανάστασης, της αναγέννησης και της σωτηρίας του ανθρώπου. Στη
καρδιά της Θεοτόκου είχε φυτευθεί το μυστήριο του Χριστού. Όταν τον είδε νεκρό
πάνω στο Σταυρό η καρδιά της τρυπήθηκε από τη ρομφαία , αλλά δεν μετακινήθηκε
από το θαύμα του χριστολογικού μυστηρίου. Βιώνοντάς το βαθιά μέσα στη καρδιά
της ως πάσχουσα μάνα, δέχεται για άλλη μια φορά το φωτισμό της θείας χάρης κι
ομολογεί: «Εἰ καί σταυρόν ὑπομένεις, σύ ὑπάρχεις ὁ Υἱός καί Θεός μου».
Η Παρθένος
Μαρία αποτελεί λοιπόν αυθεντικό πρότυπο μίμησης για κάθε πιστό μέλος της
Εκκλησίας, αφού όλη της η ζωή φανερώνει το νέο εν Χριστώ σταυροαναστάσιμο ήθος
που πρέπει να τον διακρίνει.